Ζωή τρεκλίζοντας απ' όνειρα κι ούτε καν μετανάστης, κι εκεί που ήτανε όλα να έχουν στρώσει, βρίσκεσαι σ' ένα μπουζουξίδικο στην Εθνική, για να σου λέει ιστορίες η λουλουδού πώς ήταν η δουλειά παλιά και πώς εμπήκανε οι μπράβοι μες στα μαγαζιά απ' τους μαντράδες και τις μπαρμπουτιέρες. Πρώτη εμφάνιση η πλατινένια, υπόκρουση-εισαγωγή το χάμοντ, φαλτσάρει ο Ζαν Μισέλ Ζαρ απ' το πετρέλαιο, χορός ανάμεσα σε μεθυσμένους, κλισέ του νέου ελληνικού κινηματογράφου οι νταλικέρηδες και τα κλεφτρόνια, εδώ υπάλληλοι κι επιχειρηματίες ανακατεμένοι, που έχουν βγάλει τη γκόμενα μακριά από τα μάτια των γνωστών (ω, φτιάξτε επιτέλους το μνημείο του αγνώστου έρωτα για τα ξενοδοχεία που συναντάμε κάθε που μπαίνουμε στην πόλη- ετούτα τα ξενοδοχεία τρίτης τάξεως με τα μυθικά ονόματα, έγραφε κάποιος ποιητής), μια γυναικεία τσάντα πεσμένη από λάθος μπρος στα πόδια σου, το γέλιο της σκάει στ΄αυτιά σου με κάτι από αλανιάρικη βραχνάδα Ευδοκίας, για να σου φωνάζει "δώστα όλα ρε πούστη" το χάμοντ, αίθουσα μισοάδεια, μισοσκότεινη, γιατί τώρα πια τίποτα απ' τη ζωή σου δεν μαζεύεται και δεν επιστρέφει. Μόνο να καταστραφεί μπορεί, παίρνοντας όσο πιο πολλούς μαζί του την ώρα που ζητάς μονάχα απ' τη μάνα σου συγνώμη...