Πλάνταζ΄η κοπελιά,
Φούσκωσε η ψυχή της.
Και τραγουδάει παλιό ρεμπέτικο:
Φράξανε τη ζωή μας
υπόνομοι από κάτω και τριγύρω
Σιδερένιοι πάσσαλοι παντού
Κολώνες από μπετόν το στήριγμα
Αμάν και πού να μείνω...
Φέρνει γυροβολιά
Σ΄ένα σκοπό ζεϊμπέκικο,
Αναστενάζει.
Βγαίνει απ' τα στήθια της καημός
Και το χαμόγελο κλαυτό
Από τα μάτια της κυλάει.
Στα χείλια της φαρμάκι το πιοτό
Γουλιά-γουλιά
Ίσα για την καρδιά τραβάει...
Γειά σου μάνα μου
όλους σας αγαπάω...
που μ' αγκαλιάζει η ματιά σας
Πίνω και σας κερνάω
Απ' ό,τι έχω...
Με φιλιά...
Για την καθημερινή μας τη ζωή
Και στη δικιά μας επανάσταση
Μιλάω...
Φεύγετε;
Πού πάτε;
Τι λέω!
Θα περάσω μετά απ' την πλατεία
Θα σας δω στα σίγουρα
Ένας κύκλος είναι
Πού μας τυλίγει
Μια στροφή του δρόμου
Μ' αδιέξοδα...
Έκλεισε το μαγαζί
κάνανε έφοδο ψες βράδυ
Στη χαρά μας...
Ούτε την αγάπη που 'γινε
Δίκοπο μαχαίρι
Δεν μπορούμε να τελειώσουμε
Χωρίς ταυτότητα...
Πρέπει να γνωρίζει η Πολιτεία
Ποιος είσαι
Και τα λόγια σου τι κρύβουν...
Πού να ΄ξεραν
Πώς μας τύλιξε το παρελθόν
Κι ένα παλιό κύμα
Μας πήρε στα νερά του
Δεν μας έσωσαν
Ούτε της λεμονιάς
Τα πολλά λεμόνια
Και του αμάραντου
οι ρίζες οι βαθιές
Στους βράχους στα λιθάρια
Καλέ!...