Statcounter

να μας φυλάει ο Θεός από τον λαϊκό που ξέπεσε στη δημοσιογραφία

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Θάνου Σαντά: Αν οι ζητιάνοι σαν κι εμάς


Απαλή, διακριτική μπροβαινε η Μέρα, μη τύχει και ταράξει τον ύπνο των βασανισμένων παιδιών-χωροφύλακες, αεροπόροι, φαντάροι, ΜΑΫδες, ναύτες-πεντακόσιοι τόσοι- που δεν μπορούν, και στον ύπνο τους ακόμα ν' απαλλαχτούν απο τον ζοφερόν εφιάλτη της αρρώστιας και τις αξεδιάλυτες έγνοιες του Αύριο. Δε φτάνει να γίνεις καλά και να φύγεις.Βγαίνοντας έχεις να ξαίνεις μαλλιά σ' όλη σου τη ζωή.Αν είσαι από χωριό, σ' όποιο καφενείο πιεις καφέ την άλλη μέρα έκλεισε, κουνούπι δεν θα πατήσει μετά.Σε πόλη αν μένεις και κάθεται η φαμελιά σου σε καμιά τενεκεδένια καλύβα Καισαργιανιώτικη για του Πολυγώνου, πού θ' απλώσεις την αρίδα σου; Και σ' όλο αυτό το διάστημα που πρέπει να μη δουλεύεις, ποιος θα σε τρέφει; Θα γυρίζεις δω και κει σαν κοπρόσκυλο, θα υποσιτίζεσαι, θα φυτέψεις πάλι τίποτα κόκκινες σημαιούλες σε κανένα πεζοδρόμιο και τότε "Τι 'χες Γιάννη; Τι 'χα πάντα!!!", "Πάλι για το γάιδαρο καβάλα", "Να μη μας λείψει ποτέ ο σουγιάς με το λουρί".
Η βουή της πόλης -τραμ,αυτοκίνητα, μανάβηδες,θόρυβος, κονριαχτός-και η χλαλοή του χωριού - πετεινοί, γαϊδούρια, κατσίκες, βόδια, σκυλιά, γατιά-δε φτάνουν ως εδώ. Σκοπιά, γραφείο, επιθεώρηση, ενέδρα, περίπολο,έφοδο-τα βάλανε όλα στην ασφάλεια-τάχουνε όλα ίσιωμα-όλο τον καιρό Κυριακή έχουνε.
Ο ψίθυρος απ' το πρωινό νοτισμένο αεράκι ακουγόταν μεσ' απ' τις βελονοτές φυλλωσιές των πεύκων. Όλοι κοιμόντουσαν ακόμα. Ένας έχει το στόμα μισάνοιχτο και το τσαούλι στραβωμένο σα να πόνεσε,άλλος τα πόδια όξω απ' τις κουβέρτες λες κ' ήθελε να τρέξει, να ξεφύγει κάτι και γονάτισε.Όλοι με μια ζωντανή έκφραση αγωνίας.
Ο Φωτεινός πήγε να σκεπάσει τη ράχη του γείτονά του και κείνος ξύπνησε αμέσως.
-Τι σηκώθηκες απ' τα εφτά χαράματα; του λέει. Στο χωράφι θα πας; και σκεπάστηκε κατακούκουλα, χωρίς να περιμένει απάντηση.
Από τις απάνου παράγκες αναδόθηκ' ένα τραγούδι, όλο παράπονο, που ξέσκισε τον αγέρα:

"Μπρος στο ρημαγμένο σπίτι
με τις πόρτες τις κλειστές
τον καημό μου σιγοκλαίω
και ματώνουν οι καρδιές"

Με το τραγούδι κάμποσοι σάλεψαν στα κρεβάτια τους και μουρμούρισαν:
- Ο Ντίνος!
-Ο Γύφτος!
-Κάθε πρωί!
Ο Ντίνος στο σκοπό του

"Τι να πω και τι ν' αφήσω
απ' τη τόση συμφορά
Ό,τι αγάπησα στον κόσμο
δε θα δω άλλη φορά"

Μερικοί ανακάθισαν τώρα.
-Πές στο, φουκαρά Ντίνο!
-Πέστο, έρμε...



σημείωση: Το βιβλίο του Θάνου Σαντά "Αν οι ζητιάνοι σαν κι εμάς" -σχέδιον μυθιστορήματος το είπε ο ίδιος-εκδόθηκε το 1952. Θέμα του η ζωή των φυματικών στρατιωτών στην περίοδο του εμφυλίου. Το βιβλίο χαρακτηρίσθηκε "άσεμνο" και "καταθλιπτικό". Ο συγγραφέας καταδικάστηκε σε φυλάκιση τεσσάρων μηνών από το Πρωτοδικείο και αθωώθηκε από το Εφετείο με μάρτυρες υπεράσπισης τους Μ. Καραγάτση, Ν. Βρεττάκο, Σ.Μυριβήλη κ. α. Τα αντίτυπα του έργου του κατασχέθηκαν και κάηκαν.