τις ευλύγιστες αστραπές τη σιγή που πλαταίνουν-
καθώς η σκοτεινή τραγουδίστρια
λέει το φως και το σκοτάδι
τα φύλλα και τον άρρητο άνεμο στα νερά
τα τρυφερά χεράκια μας που τείνουν-
και ρίχνει στο σώμα έναν άκρατο ρυθμό
ουσιώνοντας το αίνιγμα
-ή τέλος πάντων τις ακούραστες στροφές της καμπύλης-
ευαγγελίζομαι έν' άδειο κυνόδοντο ουρανό
τα τροφαντά λαγόνια του θανάτου μας
κρεουργημένα.